- μεταλαβιά
- ηη Θεία Κοινωνία.[ΕΤΥΜΟΛ. < μεταλαβαίνω από το θ. μεταλαβ- + κατάλ. -ιά].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
κοινωνιά — Το σύνολο των ανθρώπων που συμβιώνουν σε έναν τόπο ή σε μία ιστορική περίοδο. Από κοινωνιολογική άποψη, η κ. ισοδυναμεί με την ύπαρξη ενός δικτύου δεσμών μεταξύ των ανθρώπων, το οποίο βασίζεται σε συνειδητά (και όχι ενστικτώδη) στοιχεία και σε… … Dictionary of Greek
μετάληψη — η η μεταλαβιά, η Θεία Κοινωνία: Ο παπάς ευλόγησε το κρασί για τη μετάληψη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)